Ὁ μοναχισμὸς φῶς τοῦ κόσμου

 

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

 

Οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἀγαποῦν ἰδιαίτερα τούς μοναχοὺς καὶ τὶς μοναχὲς καὶ θαυμάζουν τὸ μοναχικό τους φρόνημα. Ἀποδέχονται τὰ πνευματικά τους λόγια, χαίρονται τὴν ἔκφραση τοῦ προσώπου τους καὶ ἐντυπωσιάζονται ἀπὸ τὴ φιλοξενία ποὺ προσφέρουν στοὺς ἐπισκέπτες καὶ προσκυνητές.

Ἐκδηλώνουν ἐπίσης τὴν ἀγάπη τους πρὸς τοὺς μονάζοντες καὶ ἔμπρακτα, ὅταν ἀντιμετωπίζουν προβλήματα ἐπιβίωσης ἢ ἀνάγκες ἀνακαίνισης τῶν μονῶν τους. Συμπαρίστανται μὲ χρηματικὰ ποσά, προσωπικὴ ἐργασία, διάφορες ἐκδουλεύσεις καὶ μὲ προμήθεια διαφόρων προϊόντων.

Ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς ἐντυπωσιάζει μὲ τὸ ἐγκώμιο ποὺ πλέκει στοὺς μοναχοὺς μιᾶς ἁγιορειτικῆς μονῆς, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς παραινέσεις του νὰ εἶναι ζηλωτὲς τῆς ὀρθόδοξης πίστης καὶ νὰ ἔχουν σταθερὴ πεποίθηση ὅτι κανένας δὲν ἐξουσιάζει τὴν πίστη μας. Γράφει στὸν ἡγούμενο: «Ἐγὼ ὅταν ἀποφάσισα νὰ ἔλθω πρὸς ἐσᾶς, εἶχα τὴν αἴσθηση ὅτι ἀνέβαινα στὸν ἴδιο τὸν οὐρανό, μὲ τὴν προσδοκία νὰ συναντήσω ἀνθρώπους ποὺ τηροῦν μὲ τὸ σῶμα τους ἀγγελικὴ συμπεριφορά, ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν κατεβάσει στὸν κόσμο τὴν ὑπερκόσμιο φιλοσοφία, ἀνθρώπους ποὺ συνεχῶς ἔχουν στὸ στόμα τους τὶς ἀναβάσεις πρὸς τὸν Θεό, καὶ ποὺ κρατοῦν στὰ πρακτικὰ χέρια τους τὶς δίστομες ρομφαῖες, τῆς θεωρίας καὶ πράξης καὶ τὶς καταφέρουν ἐναντίον τῶν παθῶν». Ὁ Ἑωσφόρος ὅμως ματαίωσε τὸ προσκύνημά του στὴν ἁγιορειτικὴ μονή, γι’ αὐτὸ συμβουλεύει μὲ τὴν ἐπιστολὴ του τοὺς μοναχούς: «Νὰ φυλάγετε ὡς καλὴ παρακαταθήκη μὲ σιγουριὰ τὴν πατροπαράδοτη πίστη μας, χωρὶς τίποτε νὰ προσθέτετε καὶ τίποτε νὰ μὴν ἀφαιρεῖτε. Διότι μέχρι τώρα οὔτε λειψὴ πίστη ἔχουμε, οὔτε ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ σύνοδο καὶ ὅρο νὰ μάθουμε κάτι καινούριο». Καὶ τοὺς διαβεβαιώνει μὲ σαφήνεια: «Κανένας δὲν ἐξουσιάζει τὴν πίστη μας, οὔτε βασιλεύς, οὔτε ἀρχιερεύς, οὔτε ψευδοσύνοδος, οὔτε κανένας ἄλλος, διότι μόνον ὁ Θεὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ μᾶς τὴν παρέδωσε, ὁ ἴδιος καὶ οἱ μαθητές του».

Συνήθως μένουμε στοὺς ἐπαίνους τοῦ μοναχικοῦ ἰδεώδους καὶ παραλείπουμε νὰ σχολιάσουμε καὶ μερικὰ ἀρνητικὰ φαινόμενα ποὺ σκανδαλίζουν τοὺς κοσμικοὺς καὶ διασύρουν τὸ μοναχισμό. Ἐκεῖνο ποὺ ἰδιαίτερα πρέπει νὰ προσεχθεῖ καὶ νὰ καταπολεμηθεῖ οὐσιαστικά, εἶναι τὸ κοσμικὸ φρόνημα σὲ μερικοὺς νέους μοναχούς, οἱ ὁποῖ­οι δυσκολεύονται νὰ τὸ ἀπαρνηθοῦν, γεγονὸς ποὺ τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ἐπικίνδυνη ἐκκοσμίκευση καὶ στὴ βλαπτικὴ ἐξάρτηση ἀπὸ τὴ σύγχρονη τεχνολογία. Δυστυχῶς, δὲν ὑποψιάζονται ὅτι μὲ τὰ κινητὰ τηλέφωνα καὶ τὸ διαδίκτυο ἔχει καταργηθεῖ κατὰ ἕνα μεγάλο ποσοστὸ τὸ ἄβατον τῶν μοναστηριῶν ποὺ ἴσχυε ἀπὸ αἰῶνες. Ἔχουν πιὰ μπεῖ μέσα στοὺς μοναστικοὺς χώρους προκλητικὲς φωτογραφίες καὶ ἐρεθιστικοὶ ἦχοι, ποὺ διασποῦν τὸ νοῦ καὶ δημιουργοῦν πονηροὺς λογισμούς.

Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης συχνὰ μιλοῦσε γιὰ τὸ κοσμικὸ φρόνημα τῶν σημερινῶν χριστιανῶν, τὸ ὁποῖο ἐπηρεάζει καὶ τοὺς νέους ποὺ ἐπιλέγουν τὴ μοναχικὴ ζωή. Ὁ ἴδιος κρατοῦ­σε τὴν ἁγιορειτικὴ παράδοση καὶ ἦταν ἀρνητικὸς σὲ κάθε ἐκσυγχρονισμὸ τοῦ Ὄρους, κάτι ποὺ ἐνοχλοῦσε πολλοὺς ἁγιορεῖτες πατέρες. Ὅμως τὰ πλήθη τῶν προσκυνητῶν κατευθύνονταν στὴν ταπεινὴ Παναγούδα καὶ ἀναπαύονταν μὲ τὶς διδαχές του στὸ ὑπαίθριο ἀρχονταρίκι του. Κανένας προσκυνητὴς δὲν ἤθελε τὸν ἐκσυγχρονισμὸ τῆς παλιᾶς καλύβης. Καὶ σήμερα, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια, διατηρεῖται ὅπως ἦταν, ὅταν ζοῦσε ὁ ἅγιος. Καὶ αὐτὸ ἔχει μεγάλη πνευματικὴ ἀξία, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ προσκυνητὲς δὲν ἔχουν σταματήσει νὰ τὴν ἐπισκέπτονται.

Ὁ ἅγιος Παΐσιος, ἀναφερόμενος στὸ κοσμικὸ πνεῦμα, ποὺ ἐπικρατεῖ στοὺς σημερινοὺς ἀνθρώπους, ἀκόμα καὶ στοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους, γράφει ὅτι ἀπ’ αὐτὸ ἐπηρεάζονται καὶ οἱ μοναχοὶ ποὺ δὲν βρίσκουν τὸ πνευματικὸ προζύμι ποὺ τοὺς χρειάζεται: «Καὶ ἐνῷ χαίρεται κανεὶς τώρα γιὰ τὴν μεγάλη αὐτὴ στροφὴ πρὸς τοὺς Ἁγίους Πατέρες καὶ τὸν Μοναχισμὸ καὶ θαυμάζει τοὺς ἀξιόλογους νέους ποὺ ἀφιερώνονται μὲ ἰδανικά, συγχρόνως ὅμως καὶ πονάει, γιατί βλέπει ὅλο αὐτὸ τὸ καλὸ ὑλικὸ νὰ μὴ βρίσκει τὸ ἀνάλογο πνευματικὸ προζύμι, καὶ ἔτσι δὲν ἀνεβαίνει ἡ πνευματικὴ αὐτὴ ζύμη καὶ καταλήγει νὰ γίνει σὰν τὸ λειψὸ ψωμί».

Στὸ θέμα τῆς ὁμολογίας τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τοῦ ἐλέγχου τῶν προκλητικῶν οἰκουμενιστῶν ὑπάρχει πρόβλημα στὸ Ἅγιον Ὄρος. Δὲν θέλουν μερικοὶ ἡγούμενοι καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς ἀδελφοί, παρόλο ποὺ ἔχουν πνευματικὴ εὐαισθησία σὲ ζητήματα πίστεως, νὰ μιλοῦν δημοσίως καὶ νὰ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ τὶς οἰκουμενιστικὲς δηλώσεις καὶ πράξεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, γιατί τὸν ἔχουν πνευματικὸ πατέρα, ὁ ὁποῖος ὅμως εἶναι σκληρότατος καὶ ἀπειλεῖ ὡς ἀπόλυτος μονοκράτορας. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἐσωτερικὸ μαρτύριο τῶν περισσότερων ἁγιορειτῶν πατέρων.

Ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ μοναχοὶ ποὺ ἀσκοῦνται στὰ κελλιὰ καὶ καταδικάζουν τὸν οἰκουμενισμό, παρηγορώντας τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ, ζηλωτὲς τῆς πίστεως, οἱ ὁποῖοι συχνὰ πληγώνονται καὶ ἀπὸ πολλοὺς οἰκουμενιστὲς Μητροπολίτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Δυσ­τυχῶς τὸ κακὸ εἶναι εὐρέως διαδεδομένο, γιατί ἡ ἐκκοσμίκευση ἔχει διαβρώσει τὶς συνειδήσεις καὶ δὲν ὑπάρχει πιὰ πνευματικὴ ἀνησυχία στὸ θέμα τῆς ὁμολογίας τῆς πίστεως. Οἱ οἰκουμενιστὲς δὲν ἔχουν τὴν κατὰ Θεὸν παρρησία, ἐνῷ εἶναι λαλίστατοι γιὰ θέματα κοινωνικοῦ περιεχομένου, τὰ ὁποῖα ὅμως δὲν πρέπει νὰ γίνονται ἡ κύρια φροντίδα τῶν Μητροπολιτῶν καὶ τῶν κληρικῶν.

Οἱ μοναχοὶ πρέπει νὰ καταπολεμοῦν τὸ κοσμικὸ φρόνημα καὶ νὰ συνδέονται πνευματικὰ μὲ γνήσιους γέροντες, γιὰ νὰ ζοῦν «μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς».